ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΟΥΡΟΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως αναπτύσσεται στην εσωτερική της επιφάνεια (σ’αυτήν που έρχεται σε επαφή με τα ούρα), είτε ως επίπεδη βλάβη, είτε συνηθέστερα ως εξωφυτική (θήλωμα), τα οποία είναι όγκοι συνήθως σε μορφή κουνουπιδιού ή θάμνου. Εκτός όμως από το εξωφυτικό κομμάτι που αναπτύσσεται στην κοιλότητα της ουροδόχου κύστεως, ο «θάμνος» αυτός αναπτύσσει και «ρίζες» διηθώντας τα διάφορα στρώματα που έχει το τοίχωμα της. Αυτό αποτελεί και το σημαντικότερο κομμάτι στη λήψη απόφασης για τον τύπο της θεραπείας.
Ο ασθενής προσέρχεται στο ιατρείο κυρίως λόγω ανώδυνης αιματουρίας, άλλες φορές ορατή με γυμνό μάτι, άλλες φορές λόγω εύρεσης στοιχείων αίματος στη γενική ούρων (μικροσκοπική αιματουρία). Η αιματουρία λέγεται ανώδυνη γιατί σε αντίθεση με την αποβολή αίματος πχ που συμβαίνει σε μια ουρολοίμωξη και συνοδεύεται από καύσος ή πόνο, στην περίπτωση αυτή ο ασθενής δεν έχει άλλο σύμπτωμα. Η αιματουρία μπορεί να συμβεί μια φορά και να μην εμφανιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό είναι που αποτρέπει και πολλούς ασθενείς απ’το να επισκεφτούν εγκαίρως τον ουρολόγο και αποτελεί το μεγαλύτερο σφάλμα στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου της κύστεως. Κάθε ασθενής με μακροσκοπική αιματουρία θεωρείται ύποπτος για κακοήθεια στην κύστη μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Άλλες φορές ο ασθενής παραπέμπεται στο ιατρείο από τον ακτινολόγο ο οποίος ανακάλυψε τυχαία τον όγκο στην ουροδόχο κύστη στα πλαίσια υπερηχογραφήματος για άλλο λόγο.
Προδιαθεσικοί παράγοντες για εμφάνιση καρκίνου στην ουροδόχο κύστη αποτελούν το κάπνισμα, η έκθεση σε χημικές ουσίες στον επαγγελματικό χώρο (βυρσοδεψία, βιομηχανίες ελαστικών, ελαιοχρωματιστές, γεωργικά φάρμακα) και σπανιότερα χημειοθεραπείες και ακτινοβολία στην περιοχή.
Η διάγνωση για ένα σχετικά μεγάλο όγκο στην κύστη γίνεται εύκολα με το υπερηχογράφημα. Μικρότεροι όγκοι είναι δυνατό να μην απεικονιστούν γι’αυτό και σε περιπτώσεις αιματουρίας και αρνητικού για ευρήματα υπερήχου συνιστάται κυστεοσκόπηση. Άλλες εξετάσεις που μπορεί να ζητηθούν είναι η κυτταρολογική εξέταση των ούρων που χρησιμοποιείται κυρίως για τη διάγνωση επίπεδων όγκων ή τη παρακολούθηση ασθενών μετά από επέμβαση για καρκίνο κύστεως και η αξονική τομογραφία, τόσο για εντόπιση εξωκυστικών επεκτάσεων, όσο και τη διερεύνηση του ανωτέρου ουροποιητικού.
Θηλωματώδης όγκος πλαγίου τοιχώματος ουροδόχου κύστεως σε γυναίκα ασθενή 87 ετών. Το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης έδειξε χαμηλής κακοήθειας όγκο (low grade)
Η θεραπεία είναι κατ’αρχάς χειρουργική, όπου διαμέσου της ουρήθρας γίνεται ενδοσκοπική αφαίρεση των βλαβών και αποστολή προς βιοψία. Η τελευταία θα μας ξεκαθαρίσει αφ’ενός το βαθμό κακοήθειας (χαμηλή ή ψηλή), αφ’ετέρου το βάθος της «ρίζας» τους. ‘Ετσι έχουμε τους επιφανειακούς ή μη διηθητικούς όγκους όπου ο καρκίνος περιορίζεται στο επιφανειακό στρώμα της ουροδόχου κύστεως και τους διηθητικούς, όπου ο όγκος έχει εισχωρήσει σε βαθύτερα στρώματα, προσβάλλοντας το μυικό χιτώνα.
Για την πρώτη κατηγορία η προαναφερθείσα ενδοσκοπική εξαίρεση φαίνεται αρχικά αρκετή. Επειδή όμως τα θηλώματα έχουν την τάση να επανεμφανίζονται, πολλές φορές (και ανάλογα με τα αποτελέσματα της βιοψίας και τη γενική κατάσταση του ασθενούς), υποβάλλουμε τον ασθενή σε ένα πρόγραμμα ενδοκυστικών εγχύσεων φαρμάκου (ανοσοθεραπεία) που μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής. To τελευταίο γίνεται στο ιατρείο. Επίσης ακολουθείται πρωτόκολλο παρακολούθησης με τακτικές κυστεοσκοπήσεις ώστε να αναγνωριστούν πρώιμα τυχόν νέοι όγκοι.
Στην περίπτωση της δεύτερης κατηγορίας (διηθητικός καρκίνος), ο ασθενής υποβάλλεται σε ριζικότερη επέμβαση με αφαίρεση ολόκληρης της κύστης και του προστάτη, (ριζική κυστεκτομή) και είτε δημιουργείται νέα κύστη από έντερο ή τοποθετείται ουρητηροστομία (δηλαδή συλλογή ούρων σε σακουλάκι από πλάγιο μέρος της κοιλιάς). Σε περιπτώσεις που η γενικότερη κατάσταση της υγείας του ασθενούς δεν επιτρέπει την βαριά αυτή επέμβαση ή σε περιπτώσεις που έχουν προσβληθεί λεμφαδένες γίνονται χημειοθεραπείες μόνες ή σε συνδυασμό με ακτινοβολίες.
Συμπέρασμα: η πρώιμη διάγνωση των όγκων της ουροδόχου κύστεως αποτελεί βασικό παράγοντα για την καλή πρόγνωση. Κάθε ασθενής με έστω ένα επεισόδιο αιματουρίας πρέπει να απευθύνεται αμέσως στον ουρολόγο του. Η διουρηθρική αφαίρεση των όγκων αυτών μπορεί να είναι και η μόνη διαδικασία που θα χρειαστεί, είναι όμως απαραίτητη η τακτική παρακολούθηση του ασθενούς με ιστορικό καρκίνου κύστεων με κυστεοσκοπήσεις για κάποια έτη μετά την αφαίρεση του αρχικού όγκου.
Θηλωματώδης όγκος ουροδόχου κύστεως με λιθιασικά στοιχεία στην επιφάνειά του
Άλλη περίπτωση όγκου ουροδόχου κύστεως σε άνδρα 69 ετών. Η ιστολογική εξέταση έδειξε μη διηθητικό όγκο υψηλής κακοήθειας
Εκτομή όγκου ουροδόχου κύστεως (TURB-T). Διακρίνεται η αγκύλη του ρεζεκτοσκοπίου